ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Χαμός για την παράσταση της Κιτσοπούλου στην Επίδαυρο. Έρχεται και στους Φιλίππους

Δίχασε κοινό και κριτικούς η παράσταση “Σφήκες” του Αριστοφάνη, σε ελεύθερη διασκευή και σκηνοθεσία της Λένας Κιτσοπούλου, που ανέβηκε στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου το βράδυ της Παρασκευής και του Σαββάτου.

Υπό συνθήκες καύσωνα στο Αργολικό Θέατρο, οι θεατές παρακολούθησαν μία παράσταση που μάλλον… ενόχλησε αρκετούς, που αποχώρησαν πριν από τη λήξη της σοκαρισμένοι.

Η εν λόγω παράσταση ήταν και η αιτία για να ξεσπάσει ένας πρωτοφανής “πόλεμος ποιότητας” στα social media, για την “Επίδαυρο που μας αξίζει” ή “δεν μας αξίζει”.

Στους Σφήκες, ο Αριστοφάνης χρησιμοποιεί το όχημα της κωμωδίας για να σατιρίσει, με τον αξεπέραστα αιχμηρό του τρόπο, ένα ζήτημα βαθιά πολιτικό: τη διάβρωση του δικαστικού συστήματος, του ακρογωνιαίου λίθου της λαϊκής κυριαρχίας στην αρχαία Αθήνα. Από τη μία ένας χαιρέκακος, δικομανής ηλικιωμένος δικαστής που ζει για να καταδικάζει «ενόχους» κι από την άλλη ο απεγνωσμένος γιος του, ένα σαθρό δικαστικό σύστημα που μοιράζει επιδόματα και μια ολόκληρη κοινωνία από Σφήκες: άτομα σκληρά με οξύ κεντρί, ακόρεστη όρεξη για κριτική και μηδενική διάθεση για αυτοκριτική. Μια κοινωνία εγκλωβισμένη μέσα στο αποπνικτικό κουκούλι της διχόνοιας και της κακεντρέχειας. Μια κοινωνία που συστρέφεται, σπαρταρά, εξαπολύει κατηγορώ και καταλήγει να τρέφεται από το ίδιο της το δηλητήριο.

Στην παρούσα εκδοχή η σκηνοθεσία στρέφει το βλέμμα της στα σύγχρονα «κεντριά», στα λαϊκά δικαστήρια που στήνονται στις τηλεοπτικές εκπομπές και στα σόσιαλ μίντια. Με καυστικό χιούμορ και σκωπτική διάθεση φωτίζει τη συστημική σαπίλα, τις κοιμισμένες άμυνες, τον ρατσισμό, τον φανατισμό, την άκαμπτη πολιτική ορθότητα της εποχής μας. «…σε καταδικάζω στην εκπομπή μου, στο κινητό μου, δημόσια, όπου βρεθώ κι όπου σταθώ, και προσέξτε καλά: όποιος δεν συμφωνεί μαζί μου είναι φασίστας, είναι συνένοχος με τον ένοχο. Κατηγορώ, άρα είμαι κάτι. Κατηγορώ άρα υπάρχω…» σημειώνει η σκηνοθέτρια που επιχειρεί να ζωντανέψει μπροστά μας πότε τον βούρκο που μας απειλεί και πότε εκείνο το άλλο, το ιδεώδες, που μας εξυψώνει.

Τα περισσότερα «πυρά» προκάλεσε η ψηλή μπασκέτα που είχε τοποθετηθεί στην ορχήστρα του αρχαίου θεάτρου ως μέρος του σκηνικού της παράστασης με τις πλαστικές καρέκλες που βρίσκονταν κάτω από αυτήν, η σκληρότητα της σάτιρας, οι λεκτικές ακροβασίες, το άσμα της Μαρινέλλας και κυρίως ο εκρηκτικός μονόλογος της Λένας Κιτσοπούλου επί σκηνής.